- ἐπαίνεσαν
- ἐπαινέωapproveaor ind act 3rd pl (homeric ionic)
Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες). 2014.
Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες). 2014.
Δαμαλάς, Αριστείδης — (Πειραιάς 1855 – Παρίσι 1889). Ηθοποιός του θεάτρου, που διακρίθηκε κυρίως στη Γαλλία. Μετά τις στοιχειώδεις σπουδές του στον Πειραιά ταξίδεψε στην Αγγλία και στη Γαλλία για να μάθει τις αντίστοιχες γλώσσες. Έπειτα από τετράχρονη διαμονή στο… … Dictionary of Greek
Κριτίας — (περ. 460 – 403 π.Χ.). Αθηναίος πολιτικός, ποιητής και φιλόσοφος. Γόνος παλαιάς οικογένειας ευγενών, μαθητής των σοφιστών και του Σωκράτη, αναμείχθηκε στα πολιτικά πράγματα της Αθήνας και το 415 φυλακίστηκε για μικρό χρονικό διάστημα, επειδή… … Dictionary of Greek
Παρασκευοπούλου, Ευαγγελία — (Κωνσταντινούπολη 1865 – Αθήνα 1938). Ελληνίδα ηθοποιός του θεάτρου. Μεγάλωσε με τις αδελφές της σε ορφανοτροφείο. Ανέβηκε στη σκηνή το 1879, στη Χίο, κι έπειτα στην Πόλη (με το ψευδώνυμο Ξανθοπούλου· το πατρικό της όνομα ήταν Σκορδίλη),… … Dictionary of Greek